ἔρωτα, τον
Ερμηνεία:
[ὁ ἔρωτας, του ἔρωτα, οἱ ἔρωτες, τῶν ἐρώτων]
Ετυμολογία:
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
... Kαι είχε πέσει εις τον έρωτα... (είχε ερωτευτεί)… …«Εἶχαν οἱ φωτιὲς ἔρωτα!…(βλ.ἔρωτα΄και ἔρωντας, ο) [Ο έρωτας στα χιόνια].
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|